Ἀρχιμανδρίτου Παύλου Κ. Ντανᾶ, Ἱεροκήρυκος: Πῶς θ’ ἀντιμετωπίσουμε τόν θάνατο;

19. Πῶς θ’ ἀντιμετωπίσουμε τόν θάνατο;

Μηνύματα Παρηγοριάς στους Πενθούντες

«…Πῶς παρεδόθημεν τῇ φθορᾶ καί συνεζεύχθημεν τῷ θανάτῳ…»

Δέν ὑπάρχει μεγαλύτερη δοκιμασία ἀπό τόν θάνατο,ὅταν σκεφτοῦμε ὅτι οἱ ἄλλες δοκιμασίες ἀντιμετωπίζονται.

Θρηνοῦμε καί κλαῖμε, ὅταν φέρουμε στο νοῦ μας τόν θάνατο, καί ἀντικρύζουμε στούς τάφους νά κείτεται ἡ δική μας ὡραιότητα, πού πλάστηκε κατ΄ εἰκόνα Θεοῦ, χωρίς μορφή, χωρίς δόξα, χωρίς τή φυσική της εὐγένεια, Πόσο μεγάλο, ἀλήθεια, θαῦμα! Μέ ποιό τρόπο παραδοθήκαμε στη φθορά καί συζευχθήκαμε τόν θάνατο!

«Ο ψυχικός πόνος τοῦ θανάτου εἶναι βίαιος καί ἀκυβέρνητος», ὁμολογεῖ ὁ ῞Αγιος Γρηγόριος ὁ Νύσσης.

Τό φυσιολογικό πένθος

Εἶναι ἀφύσικο πράγμα νά μήν κλάψει ὁ ἄνθρωπος, ὅταν πεθάνει κάποιος προσφιλής του. Ὅσοι ἰσχυρίζονται ὅτι δέν στενοχωροῦνται λένε ψέμματα ἤ ὑποκρίνονται. Τα δάκρυα δροσίζουν τήν καρδιά, μετριάζουν τόν πόνο, ἀπελευθερώνουν τά συμπιεσμένα συναισθήματα καί ἀνακουφίζουν τήν ψυχή.

* Στην Παλαιά Διαθήκη βλέπουμε ὅτι ὁ Πατριάρχης Ἰακώβ θρηνεί γοερά τόν ἀγαπημένο του Ιωσήφ (Γεν. 37, 35).

* Στη Σοφία Σειράχ βρίσκουμε μια Ιδιαίτερη προτρο πὸ γιὰ τὸ πένθος τοῦ θανάτου: «Παιδί μου, χύσε δάκρυα γιὰ τὸν νεκρό ἄνθρωπό σου… Θρήνησέ τον, κράτησε πένθος ἀνάλογα με τη συγγένεια και τον πνευματικό δεσμό πού εἶχες μαζί του καὶ ἀνάλογα με την αξία του» (38, 16).

Οἱ ἴδιες ἐκδηλώσεις παρουσιάζονται καί στην Καινή Διαθήκη:

* Δεν μπορούμε να λησμονήσουμε τα δάκρυα που έχυσε ὁ Χριστός, όταν πληροφορήθηκε τον θάνατο του φίλου του Λαζάρου (Ιω. 11. 33-36).

* Κλαίνε και κόπτονται στο σπίτι τοῦ Ἰαείρου για τον θάνατο τοῦ νεαρού κοριτσιού (Μάρκ. 5, 38). * Σπάραζε ή χήρα τῆς πόλεως τῆς Ναΐν γιὰ τὸ μονάκριβο αγόρι της (Λουκ. 7, 11-13).

*Οι μαθητές δοκιμάζουν μεγάλη θλίψη, ὅταν άντιλαμβάνονται τον χωρισμό που πρόκειται να υποστούν ἀπὸ τὸν Διδάσκαλό τους (Ιω. 14, 1).

*Όταν έφθασε ή ώρα να προδοθεί καί να σταυρωθεί, ὁ Χριστός ἐκεῖ στόν Κῆπο τῆς Γεθσημανή, «ἤρξατο λυπείσθε καί άδημονείν» (Ματ. 26, 37).

Ἡ ὑπερβολική λύπη

Είναι άλήθεια ότι πολλές φορές υπερβάλλουμε, με ἀποτέλεσμα να βλασφημούμε και να γογγύζουμε πρός τον ΘεΌ, νὰ ἀντιδροῦμε πρός τήν Εκκλησία καὶ τὰ μυστήρια της, να θεωρούμε ως αίτιο τοῦ θανάτου τον Θεό μας.

Γιατί ὅμως ὑπερβάλλουμε;

1. Γιατί δέν ἔχουμε ἀρκετή πίστη στην ὕπαρξη τῆς αἰωνίου ζωῆς καί βασιλείας τοῦ Θεοῦ.

2. ᾿Αμφιβάλλουμε γιά τίς σωτηριώδεις ἀλήθειες τοῦ Εὐαγγελίου πού ὁμιλοῦν γιά τήν ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.

3. Θεωροῦμε ὅτι ὁ θάνατος εἶναι ἐξαφάνιση, ἐκμηδένιση πού μᾶς ὁδήγεῖ στήν ἀνυπαρξία.

4. Συλλογιζόμαστε τίς συνέπειες πού θά ἔχει γιὰ μᾶς ὁ θάνατος τῶν ἀνθρώπων μας. Σκεφτόμαστε γήινα καί κοσμικά, χωρίς τήν προοπτική τῆς αἰωνιότητος.

5. Δέν μᾶς συμφέρει να τον σκεφτόμαστε. Ὁ Μέγας Βασίλειος ρωτάει: «Ποιός καθόρισε τά ὅρια τῆς ζωῆς σου; Ποιός προσδιόρισε τήν προθεσμία τῶν γηρατειῶν; Ποιός εἶναι τόσο ἀξιόπιστος ἐγγυητής γιά ὅσα θὰ σοῦ συμβοῦν στο μέλλον; Δέν βλέπεις να ἁρπάζονται νήπια καί ἡλικιωμένοι νά ἀπέρχονται; Ἡ ζωή δέν ἔχει προθεσμία».

6. Ο θάνατος ὀνομάζεται ἔξοδος καί ἡ Νεκρώσιμη ᾿Ακολουθία, ἐξόδιος. Γιά ποιό λόγο; Ὁ Μέγας Βασίλειος λέει: «Ἔξοδος ἀπό τή σκηνή εἶναι ἡ ἔξοδος καί ἡ ἀναχώρηση τῶν ἀνθρώπων ἀπό τήν παροῦσα ζωή, γιά τήν ὁποία ὁ λόγος τοῦ Ψαλμωδοῦ μᾶς παρακινεῖ νά προπαρασκευαζόμαστε, προσφέροντας στον Κύριο τά τάδε και τά τάδε, ἀφοῦ ἡ ἐργασία πού θά κάνουμε ἐδῶ εἶναι ἐφόδιο γιά τή μέλλουσα. Ἐκεῖνος πού ἐδῶ μέ τά καλά του ἔργα προσφέρει στόν Κύριο δόξα καί τιμή, αὐτός κατά τή δίκαιη ἀνταπόδοση τοῦ Κριτή θησαυρίζει γιά τόν ἑαυτό του δόξα καί τιμή».

7. Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος λέει:

«Ὅσο πιό ὀδυνηρός εἶναι ὁ χωρισμός, τόσο χρησιμότερο νὰ τὸν θεωρεῖς, ἄν βεβαίως τόν ὑπομένεις εὐχάριστα. Γιατί δέν φέρνουν μόνον οἱ πληγές, στεφάνια, ἀλλά καί ὁ ψυχικός πόνος καί μάλιστα περισσότερο ὁ ψυχικός παρά ὁ σωματικός, ὅταν βέβαια ἐκεῖνοι πού δοκιμάζονται τὸν ὑπομένουν εὐχάριστα… Τώρα πού ἡ ψυχή δοκιμάζεται ἀπό ὅλα αὐτά, τώρα να περιμένεις πλούσια ἀνταμοιβή».

Ἡ ἀντιμετώπιση τῆς λύπης

*Ο Μ. Βασίλειος τονίζει: «Ο Χριστός δάκρυσε μπροστά στόν Λάζαρο. Αὐτό κάνε καί σύ δάκρυσε, ἀλλά ἤρεμα, μέ εὐπρέπεια καί μέ φόβο Θεοῦ. ῎Αν δακρύσεις ἔτσι, το κάνεις αὐτό ὄχι σάν νά δυσπιστεῖς στήν ᾿Ανάσταση, ἀλλά ἐπειδή δύσκολα ὑποφέρεις τόν χωρισμό. Βέβαια δακρύζουμε καί γι’ αὐτούς πού φεύγουν σε χώρα ξένη καί μακρινή, ἀλλά δέν το κάνουμε αὐτό σάν ἀπελπισμένοι ἔτσι καί σύ, δάκρυσε σάν να στέλνεις κάποιον σέ ξένη χώρα».

*Ὁ ἱερός Χρυσόστομος συμπληρώνει: «Γιατί ἀτιμάζεις αὐτόν πού πέθανε; γιατί κάνεις καί τούς ἄλλους νά φοβοῦνται τὸν θάνατο; Γιατί κάνεις πολλούς ἀνθρώπους νά κατηγοροῦν τόν Θεό ὅτι τάχα εἶναι αἴτιος μεγάλων κακῶν στον κόσμο; Μᾶλλον, γιατί μετά ἀπ᾿ ὅλα αὐτά καλεῖς τούς ἱερεῖς νὰ ἔλθουν καί νά προσευχηθοῦν; Μα μέ τίς ἐνέργειές σου αὐτές μάχεσαι καί πολεμεῖς τὸν ἴδιο σου τόν ἑαυτό, ἐνῶ ἐκεῖνος ἔφθασε σε γαλήνιο λιμάνι. Ο θάνατος εἶναι πρόσκαιρη ἀποδημία, ὕπνος μεγαλύτερης διάρκειας ἀπό τόν συνηθισμένο».

Όχι ταραχή

Νὰ ὑπακούσουμε στην προτροπή τοῦ Χριστοῦ: «Μή ταρασσέσθω ὑμῶν ἡ καρδία πιστεύετε εἰς τόν Θεόν, καί εἰς ἐμέ πιστεύετε» (Ιω. 14, 1). Τήν προτροπή αὐτή ἀπηύθυνε ὁ Χριστός στούς μαθητές Του, ὅταν τούς εἶπε γιά τό Πάθος Του.

Ὅταν ἐπίσης ὁ Λουκᾶς καί ὁ Κλεόπας ἦταν λυπημένοι γιά τό τραγικό τέλος τοῦ Διδασκάλου Τους, ὁ ᾿Αναστημένος Ἰησοῦς ἐμφανιζόμενος τούς εἶπε: «Γιατί εἶσθε σκυθρωποί;» (Λουκ. 24, 17). Ὁ Κύριος δέν μᾶς θέλει θλιμμένους.

Ἡ Αγία Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἀφοῦ ἔκλαψε πικρά ἐνώπιον τοῦ σταυροῦ τοῦ Κυρίου, κλαίει καί μπροστά στόν ἄδειο τάφο. Τότε οἱ ἄγγελοι τῆς εἶπαν: «Γύναι, τί κλαίεις;» (Ιω. 20, 13).

Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ εἶναι θάνατος γόνιμος, ὅπως ὁ θάνατος τοῦ σπόρου τοῦ σιταριού, πού ρίχνεται στο χωράφι. Ὁ θάνατος τοῦ Χριστοῦ εἶναι ζωηφόρος γιατί πεθαίνει γιά χάρη μας (Α΄ Θεσ. 5, 10). ᾿Από τότε που ἀναστήθηκε, θέλει να ζοῦμε μέσα στη χαρά τῆς ᾿Αναστάσεως. Πάτησε τόν θάνατο, ἄνοιξε τούς οὐρανούς, ἔστειλε τόν Παράκλητο καί μᾶς χάρισε μιά καινούργια ἀναστημένη ζωή.

Ἡ πίστη στο Χριστό δίνει φτερά στήν προσευχή, θάρρος στίς θλίψεις, ὑπομονή στίς δοκιμασίες, ἀντοχή στούς διωγμούς, ἐλπίδα στόν θάνατο. Δὲν μᾶς ἀγγίζει ἡ ταραχή, ἡ δειλία, ὁ πόνος καί ὁ φόβος τοῦ θανάτου.

Μέ θεῖο ἔρωτα

Ὁ ᾿Απ. Παῦλος εἶχε μέσα του τόν πόθο γιά τά μέλλοντα. Ἔτσι εἶχε τό θάρρος νά ὁμολογεῖ: «Τήν ἐπιθυμίαν ἔχων εἰς τὸ ἀναλῦσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι. Πολλῷ γάρ μᾶλλον κρείσσον» (Φιλ. 1, 23). Δέν ὑπάρχει στον κόσμο αὐτό τίποτε, οὔτε πρόσωπο οὔτε πράγμα, πού νά μπορεῖ νὰ συγκριθεῖ μὲ τὸ «σύν Χριστῷ εἶναι». Μαζί μέ τόν Χριστό λαχτάρησε ὁ ᾿Απ. Παῦλος νά ζήσει, να τελειωθεῖ ή σχέση του, νά τόν ἀπολαμβάνει «πρόσωπον πρός πρόσωπον» (Α΄ Κορ. 13, 12). Ὁ Ἱερός Χρυσόστομος λέει ὅτι ὁ ᾿Απ. Παῦλος «ἔν ἐζήτει, τοῦ Ἰησοῦ τὴν ἀγάπην». Γι’ αὐτό ἔγινε ἕνα μαζί Του.

Ὁ ἀείμνηστος Γέροντας Παΐσιος λέει: «Γιά τόν «Αγιο πού προχωρεῖ στό μαρτύριο, ἡ ἀγάπη του γιά τόν Χριστό εἶναι ἀνώτερη ἀπό τόν πόνο, γι’ αὐτό καί τόν ἐξουδετερώνει. Τό μαχαίρι τοῦ δημίου τό ἔνιωθαν οἱ Μάρτυρες γλυκύτερο καί ἀπό τό δοξάρι τοῦ βιολιοῦ. Ὅταν φουντώσει ἡ ἀγάπη γιά τόν Χριστό, τότε τό μαρτύριο εἶναι πανηγύρι ἡ φωτιά ἀνακουφίζει καλύτερα ἀπό λουτρό, γιατί τό κάψιμο χάνεται ἀπό τό κάψιμο της θείας ἀγάπης. Τό γδάρσιμο εἶναι χάϊδεμα. Ὁ θεῖος ἔρωτας παίρνει τήν καρδιά, παίρνει καί τό μυαλό, καί τρελλαίνεται ὁ ἄνθρωπος. Δέν καταλαβαίνει οὔτε πόνο οὔτε τίποτε, γιατί ὁ νοῦς του εἶναι στόν Χριστό, καί πλημμυρίζει ή καρδιά του ἀπό χαρά. Πόσοι ῎῞Αγιοι πήγαιναν στό μαρτύριο καί ἔνιωθαν τέτοια χαρά, λές καί πήγαιναν σε πανηγύρι!».

Θεῖες ἀποκαλύψεις

Ὁ θάνατος θά μᾶς κάνει νὰ δοῦμε καί ν’ ἀπολαύσου με την ᾿Αειπάρθενο Μαρία, τή Μητέρα τοῦ Θεοῦ καὶ Μητέρα μας, τό ἀληθινό ἀριστούργημα τοῦ Θεοῦ, τὴν κεχαριτωμένη Μαρία γιά τήν ὁποία μιά νέα οραματίζομένη εἶπε: «Όταν τήν ἔχει δεῖ κανείς μιά φορά, θὰ ἤθελε να πεθάνει, γιά νά τήν ξαναδεί, γιά νά τήν βλέπει πάντοτε». Μετά το θάνατο θά ξαναδοῦμε ὅλους τούς γνωστούς μας, τούς φίλους μας, τούς συγγενεῖς μας, τούς γονεῖς μας, ὅλους ἐκείνους μέ τούς ὁποίους συνεργασθήκαμε στη ζωή. Θα γνωρίσουμε τόν προστάτη ἅγιό μας, τόν φύλακα ἄγγελό μας, ὅλους θά τούς δοῦμε, καὶ μέ ἀνείπωτη χαρά θα δοξάζουμε το τιμημένο ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, ἀρχηγοῦ καί χορηγοῦ τῆς σωτηρίας μας».

Ἡ οὐράνια πρόσκληση

Ο Άγιος Σιλουανός ὁ ᾿Αθωνίτης τονίζει: «Ο Κύριος δέν παύει ποτέ να προσκαλεί κοντά Του: «Δεῦτε πρός με πάντες, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς» (Ματ. 11, 28). Μᾶς τρέφει μέ τό τίμιο σῶμα καί αἷμα Του. Μᾶς παιδαγωγεῖ σπλαγχνικά μέ τό λόγο Του καί τό ῞Αγιο Πνεῦμα. Μᾶς ἀποκάλυψε τα μυστήρια. Ζεῖ μέσα μας στα μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας καί μᾶς ὁδηγεῖ ἐκεῖ ὅπου θα βλέπουμε τη δόξα Του. ᾿Αλλά καθένας θα βλέπει αὐτή τή δόξα κατά το μέτρο τῆς ἀγάπης του. Ὅποιος άγαπᾶ πιο πολύ, αὐτὸς ἔχει μεγαλύτερη ἐπιθυμία να βρεθεῖ μαζί μὲ τὸν ᾿Αγαπημένο Κύριο καί γι’ αὐτό θά Τον πλησιάζει περισσότερο. Όποιος ἀγαπᾶ λίγο, αὐτός ἐπιθυμεῖ ἐπίσης λίγο. Κι όποιος δέν ἀγαπᾶ, αὐτός οὔτε ἐπιθυμεῖ, οὔτε ἀγωνίζεται νὰ δεῖ τόν Κύριο, κι ἔτσι θά μένει αἰωνίως στο σκοτάδι».

῾Ο ῞Αγιος Χαράλαμπος (10 Φεβρουαρίου)

Κάθε τάξη, ἡλικία καί γένος ἔχουν νὰ ἐπιδείξουν πλῆθος ἁγίων Μαρτύρων καί Ὁσίων, πού μέ τό αἷμα καί τά δάκρυά τους ἔγιναν λατρεία ζωντανή καί εὐάρεστη στο Θεό. Πραγματώθηκε σ’ αὐτούς ὁ λόγος τοῦ ᾿Αποστόλου: «Παρακαλῶ οὖν ὑμᾶς, ἀδελφοί, διά τῶν οἰκτιρμῶν τοῦ Θεοῦ, παραστῆσαι τά σώματα ὑμῶν θυσίαν ζῶσαν, ἁγίαν, εὐάρεστον τῷ Θεῷ, τήν λογικήν λατρείαν ὑμῶν» (Ρωμ. 12, 1). Ὁ ἅγιος Ἱερομάρτυς Χαράλαμπος ἦταν ἱερέας κι ὅπως κάθε ἡμέρα πρόσφερε τήν ἀναίμακτη θυσία στόν Θεό, κάνοντας την θεία Λειτουργία, στο τέλος ἐπισφράγισε τό ἱερατικό του ἔργο προσφέροντας θυσία τό γηραλέο σῶμά του, σε ἡλικία ἑκατόν δεκατριῶν ἐτῶν. ῎Αλλος καλύτερος καθαγιασμός τοῦ βίου δέν ὑπάρχει κι ἄλλη ἁγιώτερη ἀφιέρωση δέν εἶναι ἀπό τό νά λειτουργεῖς μιά ζωή ὁλόκληρη καί στο τέλος ὅ,τι μένει ἀπό τό πήλινο σκεῦος νά τό προσφέρεις κι ἐκεῖνο θυσία στό Θεό.

Απόσπασμα από το βιβλίο του π. Παύλου Ντανᾶ,  Μηνύματα Παρηγοριάς στους Πενθούντες, / Κεφ. 19. Πῶς θ’ ἀντιμετωπίσουμε τόν θάνατο;/ σελ. 172